- ραδιοστοιχείο
- το, Ν1. κάθε στοιχείο που παρουσιάζει ραδιενέργεια2. στον πληθ. τα ραδιοστοιχεία(φυσ. -χημ.) χημικά στοιχεία τών οποίων όλα τα ισότοπα είναι ασταθή, δηλαδή ραδιενεργά, και υφίστανται αυθορμήτως διάσπαση με ρυθμό περισσότερο ή λιγότερο ταχύ, ρυθμό που επιφέρει αλλαγή στη φύση τους.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά ως προς το α' και απόδοση ως προς το β' συνθετικό λ., πρβλ. αγγλ. radioelements (< λατ. radius «ακτίνα» + element «στοιχείο»)].
Dictionary of Greek. 2013.